Ο Βασίλης έφυγε από τη ζωή και όλοι σοκαρίστηκαν.
09 Μαΐου 2025Ο Πανελλήνιος Μουσικός Σύλλογος αποχαιρετά με θλίψη τον σπουδαίο μουσικό Βασίλη Δρογκάρη και εκφράζει τα συλλυπητήρια στην οικογένεια και τους οικείους του. Η κηδεία του θα γίνει την Δευτέρα 12 Μαΐου στις 11 το πρωί στο 1ο Νεκροταφείο Αθηνών, στο Μετς.
Ο Βασίλης Δρογκάρης γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ακορντεόν στο Ελληνικό Ωδείο και ανώτερα θεωρητικά στο Ωδείο Νίκος Σκαλκώτας. Από το 1983 εργάστηκε ως επαγγελματίας μουσικός, συνεργαζόμενος με μεγάλο αριθμό γνωστών Ελλήνων καλλιτεχνών κι έχοντας εκτενή δισκογραφία. Από το 1994 ήταν μόνιμος συνεργάτης του συνθέτη και μαέστρου Σταύρου Ξαρχάκου τόσο ως ιδιώτης μουσικός, όσο και ως μέλος της ΚΟΕΜ. Συνεργάστηκε επίσης, με τον Λουκιανό Κηλαηδόνη, ανάμεσα σε πολλούς άλλους. Το 2003 έγραψε (μαζί με τον Μανόλη Πάππο) τη μουσική και τα τραγούδια του δίσκου ''Αιγαίο'', που ήταν παραγγελία της ΝΕΤ. Το 2014 δημιούργησε (μαζί με τους Βασιλική Μαζαράκη, Κώστα Παπακωστόπουλο και Θανάση Σοφρά) το κουΑRTέτο, του οποίου είχε την καλλιτεχνική επιμέλεια και την ευθύνη των ενορχηστρώσεων.
Η φωτογραφία από το facebook του Γιώργου Νταλάρα
________________________________
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΕ ΠΡΩΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ (Δίφωνο 2013)
ΒΑΣΙΛΗΣ ΔΡΟΓΚΑΡΗΣ
Ακορντεόν: η αβάσταχτη μελαγχολία του ήχου
Στη μουσική οδηγήθηκα από παιδική περιέργεια και απ’ το θαυμασμό που έτρεφα για έναν εξάδελφό μου, το Χρήστο, που έπαιζε ακορντεόν. Το στοιχείο που μας ένωσε ήταν η βροχή, καθώς εγώ λάτρευα τις βόλτες μέσα στο μονότονο τραγούδι της κι εκείνος διάλεγε πάντα τα βροχερά απογεύματα για να παίζει.
Συναντηθήκαμε την εποχή που φύτρωνε το πρώτο απαλό χνούδι πάνω απ’ τα χείλη μου και που ασφυκτιούσα μέσα σ’ έναν κυκεώνα συναισθημάτων, ανήμπορος να τα εκφράσω και να τα μοιραστώ. Δεν λέω οτι βρήκα τη λύση, αλλά ξαφνικά, στον μικρό κήπο του μυαλού μου, οι πρώτοι άγουροι καρποί μιας άγνωστης ως τότε συγκίνησης άρχισαν σιγά- σιγά να σχηματίζονται.
Τότε δίναμε εξετάσεις απ’ το Δημοτικό στο Γυμνάσιο και, λόγω επιτυχίας, ο πατέρας μου είπε το ναι για την απόκτηση ενός οργάνου. Αγνοούσε όμως την τιμή του. Η ανέχεια μετέτρεψε το ναι σε όχι, αλλά ένας φιλόμουσος θείος μου προσφέρθηκε να μας δανείσει προσωρινά ένα παλιό ακορντεόν που είχε κι έτσι γράφτηκα στο Ωδείο. Ω, τι ανείπωτη ευτυχία!
Η λύσσα μου, το Ωδείο και η γενναιοδωρία του Χρήστου έφεραν γρήγορα αποτελέσματα. Τα επόμενα δύο χρόνια έπαιζα (κουτσά- στραβά) τα άπαντα των Χατζιδάκι- Ξαρχάκου και του άρτι επιτρεπόμενου Θεοδωράκη (μεταπολίτευση γαρ), όπως και τα τοπικά δημοτικά τραγούδια και βέβαια αντάρτικα. Ο θείος όμως, βασιλόφρων καθώς ήταν, μόλις έμαθε για το μίασμα του ανιψιού του, πήρε πίσω το όργανο. Ευτυχώς! Γιατί έτσι αναγκάστηκε επιτέλους ο πατέρας μου και μου πήρε ένα δικό μου.
Από την 3η Γυμνασίου και ύστερα, και παρά τις αντιρρήσεις των δικών μου, καταστάλαξα στο οτι θα γίνω μουσικός.Ήδη είχα αρχίσει να γράφω τις πρώτες μουσικές, θεωρώντας –με κάποια αλαζονεία ίσως- και τον εαυτό μου μέρος ενός κόσμου ενιαίου και ιδανικού.
Είχα μεγάλη ευχέρεια στο να μαθαίνω τραγούδια και να γράφω μελωδίες. Και φυσικά μεγάλα όνειρα. Ωστόσο, ο ενθουσιασμός, η ανωριμότητα και η νεανική επιπολαιότητα με εμπόδιζαν να δω τις ελλείψεις και την επιδερμική προσέγγιση των πραγμάτων. Όλα αυτά κατέρρευσαν με μεγάλο θόρυβο όταν, τελειώνοντας το σχολείο, βρέθηκα στο πάλκο.
Το πάλκο (και αργότερα οι ορχήστρες, οι ηχογραφήσεις, οι συναυλίες κλπ) ήταν η βουτιά στα βαθιά. Στην αρχή πήγα να πνιγώ. Έπειτα άρχισα να επιπλέω. Και τώρα να, πάνω από είκοσι χρόνια κολυμπάω σ’ αυτά τα σκοτεινά νερά.... Και μπορώ πια να πω με βεβαιότητα ότι το δύσκολο δεν είναι να κολυμπήσει κανείς, αλλά να μη χαθεί στη μιζέρια, στην έλλειψη αισθητικής, στη μικροπρέπεια και την ίντριγκα. Μ’ έσωσε το γεγονός πως όπου έπαιξα, έπαιξα με ψυχή και φιλότιμο. Και η σημαντικότητα ορισμένων σπάνιων ανθρώπων (επώνυμων και κυρίως ανώνυμων) που υπήρξαν για μένα πυξίδα και στη μουσική και στη ζωή.
Έγινα μουσικός από ένστικτο και παρόρμηση. Παρέμεινα μουσικός γιατί βρήκα μια γλώσσα που ερμηνεύει τον κόσμο. Δεν εξέτασα ποτέ εις βάθος καμία μελωδία. Δεν ανέλυσα ποτέ κανένα ποίημα. Και ποτέ δεν σκέφτηκα ότι το ηλιοβασίλεμα είναι κύματα φωτός.
Έμεινα πιστός στη θύμηση ενός βροχερού απογεύματος που, μέσα απ’ την αχλή της υγρασίας και του βρεγμένου χώματος, αναδύθηκε λεπτός και εύθραυστος ο μελαγχολικός ήχος ενός ακορντεόν.
Αβάσταχτα μελαγχολικός.....
Και πια, πολύ μακρινός.....